Κομμώτρια στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κομμώτρια, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фризьор, фризьорски салон, фризьорски, фризьорка
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κομμώτρια
κομμώτρια ονειροκρίτης, κομμώτρια ξυλοκόπησε και βίασε ληστή, κομμώτρια κατ' οίκον, κομμώτρια σε σπίτι, κομμώτρια εικόνες, κομμώτρια λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κομμώτρια στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κομμουνιστής στα βουλγαρικά - комунистически, комунист, комунистическия, Комунистическата, комунистическа
- κομμωτής στα βουλγαρικά - фризьор, фризьорски салон, фризьорски, фризьорка
- κομπιναδόρος στα βουλγαρικά - спекулант, търговец на едро, комисионер, борсов посредник, работник на акорд
- κομπιουτεράκι στα βουλγαρικά - калкулатор, калкулатора, Calculator
Τυχαίες λέξεις
Κομμώτρια στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: фризьор, фризьорски салон, фризьорски, фризьорка
Μεταφράσεις: фризьор, фризьорски салон, фризьорски, фризьорка