Κομμώτρια στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κομμώτρια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cabelo, pêlo, cabeleireiro, cabeleireira, hairdresser, do cabeleireiro
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κομμώτρια
κομμώτρια ονειροκρίτης, κομμώτρια ξυλοκόπησε και βίασε ληστή, κομμώτρια κατ' οίκον, κομμώτρια σε σπίτι, κομμώτρια εικόνες, κομμώτρια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κομμώτρια στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κομμουνιστής στα πορτογαλικά - comunista, comunistas, comunismo, Comunista da
- κομμωτής στα πορτογαλικά - pêlo, cabelo, cabeleireiro, cabeleireira, hairdresser, do cabeleireiro
- κομπιναδόρος στα πορτογαλικά - empreiteiro, intermediário, jobber, jornaleiro, corretor
- κομπιουτεράκι στα πορτογαλικά - calculadora, calculador, da calculadora, calculadora de, calculator
Τυχαίες λέξεις
Κομμώτρια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cabelo, pêlo, cabeleireiro, cabeleireira, hairdresser, do cabeleireiro
Μεταφράσεις: cabelo, pêlo, cabeleireiro, cabeleireira, hairdresser, do cabeleireiro