Κομμώτρια στα ουκρανικά
Μετάφραση: κομμώτρια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
перукар, парикмахер
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κομμώτρια
κομμώτρια ονειροκρίτης, κομμώτρια ξυλοκόπησε και βίασε ληστή, κομμώτρια κατ' οίκον, κομμώτρια σε σπίτι, κομμώτρια εικόνες, κομμώτρια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κομμώτρια στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κομμουνιστής στα ουκρανικά - комуністичний, комуніст, коммунист
- κομμωτής στα ουκρανικά - перукар, парикмахер
- κομπιναδόρος στα ουκρανικά - шахрай, спекулянт
- κομπιουτεράκι στα ουκρανικά - лічильник, калькулятор, арифмометр, обчислювач, калькулятор Ціна, калькулятору
Τυχαίες λέξεις
Κομμώτρια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: перукар, парикмахер
Μεταφράσεις: перукар, парикмахер