Κορδόνι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κορδόνι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
връв, шнур, корда, кабел, мозък
Κορδόνι στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορδόνι

κορδόνι κερωμένο, κορδόνι συνώνυμα, κορδόνι ορειβατικό, κορδόνι πλήρωσης αρμών, κορδόνι ποντικοουρά, κορδόνι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κορδόνι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κορίτσι στα βουλγαρικά - дъщеря, момиче, момиченце, момичето, девойка
  • κορδέλα στα βουλγαρικά - панделка, лента, лентата, ленти, фолио
  • κορεσμός στα βουλγαρικά - излишество, насищане, насищането, на насищане, наситеност, сатурация
  • κορμοράνος στα βουλγαρικά - корморан, кормораните, от корморани, с кормораните, популациите от корморани
Τυχαίες λέξεις
Κορδόνι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: връв, шнур, корда, кабел, мозък