Κορδόνι στα λευκορωσικά

Μετάφραση: κορδόνι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шнур, шнурок
Κορδόνι στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορδόνι

κορδόνι κερωμένο, κορδόνι συνώνυμα, κορδόνι ορειβατικό, κορδόνι πλήρωσης αρμών, κορδόνι ποντικοουρά, κορδόνι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κορδόνι στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • κορίτσι στα λευκορωσικά - дачка, дзяўчына, жанчына, девушка
  • κορδέλα στα λευκορωσικά - стужка, лента
  • κορεσμός στα λευκορωσικά - насычэнне, насычэньне
  • κορμοράνος στα λευκορωσικά - баклан, то баклан
Τυχαίες λέξεις
Κορδόνι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: шнур, шнурок