Κορδόνι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κορδόνι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cabo, corda, cordão, cabo de, fio
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορδόνι
κορδόνι κερωμένο, κορδόνι συνώνυμα, κορδόνι ορειβατικό, κορδόνι πλήρωσης αρμών, κορδόνι ποντικοουρά, κορδόνι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κορδόνι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κορίτσι στα πορτογαλικά - moça, rapariga, garota, brânquia, menina, da menina
- κορδέλα στα πορτογαλικά - fita, medalha, faixa, banda, costela, reforço, tira, ...
- κορεσμός στα πορτογαλικά - saturação, saturação de, de saturação, a saturação, saturação da
- κορμοράνος στα πορτογαλικά - cormorão, Cormorant, corvo marinho
Τυχαίες λέξεις
Κορδόνι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cabo, corda, cordão, cabo de, fio
Μεταφράσεις: cabo, corda, cordão, cabo de, fio