Κουραφέξαλα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κουραφέξαλα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ядки, гайки, орехи, черупкови плодове, черупкови
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κουραφέξαλα
κουραφέξαλα ετυμολογία, κουραφέξαλα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κουραφέξαλα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κουρέλι στα βουλγαρικά - парцал, парцалена, кърпа, парцала
- κουρασμένος στα βουλγαρικά - уморен, уморени, уморена, умора
- κουρδίζω στα βουλγαρικά - вятър, мелодия, настройвам, настройка, настроите, настройка на
- κουρελιασμένος στα βουλγαρικά - дрипав, съдран, парцалив, одран, парцаливи
Τυχαίες λέξεις
Κουραφέξαλα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: ядки, гайки, орехи, черупкови плодове, черупкови
Μεταφράσεις: ядки, гайки, орехи, черупкови плодове, черупкови