Κουραφέξαλα στα εσθονικά

Μετάφραση: κουραφέξαλα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lobisema, võltsima, loba, pähklid, pähklite, mutrid, pähkleid, pähkli-
Κουραφέξαλα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουραφέξαλα

κουραφέξαλα ετυμολογία, κουραφέξαλα λεξικό γλώσσας εσθονικά, κουραφέξαλα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κουρέλι στα εσθονικά - narts, kalts, räbal, räniliivakivi, õrritama, nuustik, hilp
  • κουρασμένος στα εσθονικά - väsinud, väsimust, väsinuna, väsimus
  • κουρδίζω στα εσθονικά - häälestama, toon, meloodia, tune, häälestada, häälestamiseks
  • κουρελιασμένος στα εσθονικά - narmendav, kärisev, räbaldunud, lõhkirebitud, sasitud, närune, Repaleinen
Τυχαίες λέξεις
Κουραφέξαλα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: lobisema, võltsima, loba, pähklid, pähklite, mutrid, pähkleid, pähkli-