Λειψανοθήκη στα βουλγαρικά
Μετάφραση: λειψανοθήκη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рака, мощехранителница, реликварий, реликвария, мощехранилница
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λειψανοθήκη
λειψανοθήκη του αληθούς σταυρού, η λειψανοθήκη, λειψανοθήκη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λειψανοθήκη στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- λειτουργώ στα βουλγαρικά - работи, експлоатира, работят, оперират, оперира
- λειχήνες στα βουλγαρικά - лишей, лишеи, Лишеите
- λεκάνη στα βουλγαρικά - таз, басейн, леген, басейни, мивка, басейново
- λεκιάζω στα βουλγαρικά - петно, петна, петното, оцветяващ, на петна
Τυχαίες λέξεις
Λειψανοθήκη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: рака, мощехранителница, реликварий, реликвария, мощехранилница
Μεταφράσεις: рака, мощехранителница, реликварий, реликвария, мощехранилница