Λειψανοθήκη στα δανικά
Μετάφραση: λειψανοθήκη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
relikvieskrin, reliquary, relikvie, helgenskrin, relikvieskrinet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λειψανοθήκη
λειψανοθήκη του αληθούς σταυρού, η λειψανοθήκη, λειψανοθήκη λεξικό γλώσσας δανικά, λειψανοθήκη στα δανικά
Μεταφράσεις
- λειτουργώ στα δανικά - virke, fungere, arbejde, embede, formål, operere, betjene, ...
- λειχήνες στα δανικά - lav, laver, laverne, Lichens, lavarter
- λεκάνη στα δανικά - kumme, bassin, håndvask, bækkenet, bassinet, basin
- λεκιάζω στα δανικά - plet, pletten, pletdiameter, pletter, farvning
Τυχαίες λέξεις
Λειψανοθήκη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: relikvieskrin, reliquary, relikvie, helgenskrin, relikvieskrinet
Μεταφράσεις: relikvieskrin, reliquary, relikvie, helgenskrin, relikvieskrinet