Λειψανοθήκη στα ολλανδικά

Μετάφραση: λειψανοθήκη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
relikwieënkastje, reliquiarium, reliekschrijn, relikwieënschrijn, reliekhouder
Λειψανοθήκη στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λειψανοθήκη

λειψανοθήκη του αληθούς σταυρού, η λειψανοθήκη, λειψανοθήκη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λειψανοθήκη στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λειτουργώ στα ολλανδικά - functie, functioneren, plaats, ambt, doelstelling, betrekking, werkkring, ...
  • λειχήνες στα ολλανδικά - korstmossen, korstmos, korst mossen, plantenluizen, Lichens
  • λεκάνη στα ολλανδικά - vont, kom, bekken, stroomgebied, wastafel, bassin, basin
  • λεκιάζω στα ολλανδικά - vlek, bekladden, smet, bezoedelen, smetten, vlekken, beits, ...
Τυχαίες λέξεις
Λειψανοθήκη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: relikwieënkastje, reliquiarium, reliekschrijn, relikwieënschrijn, reliekhouder