Μεγεθύνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μεγεθύνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
Увеличи, уголемяване, увеличите, увеличете, разшири
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγεθύνω
μεγεθύνω μεγεθύνω, μεγεθύνω english, μεγεθύνω ή μεγενθύνω, μεγεθύνω - μικραίνω σχήματα, μεγεθύνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μεγεθύνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μεγαλόψυχος στα βουλγαρικά - великодушен, великодушни, великодушно, благороден, великодушният
- μεγαλώνω στα βουλγαρικά - расти, възниквам, растат, пораснат, порасна, пораснеш, порасне
- μεγιστάνας στα βουλγαρικά - магнат, Tycoon, магната, магнатът
- μεζές στα βουλγαρικά - мръвка, пикантна новина, хапка, вкусно парченце, пикантна клюка
Τυχαίες λέξεις
Μεγεθύνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: Увеличи, уголемяване, увеличите, увеличете, разшири
Μεταφράσεις: Увеличи, уголемяване, увеличите, увеличете, разшири