Μεγεθύνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μεγεθύνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
павялічыць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεγεθύνω
μεγεθύνω μεγεθύνω, μεγεθύνω english, μεγεθύνω ή μεγενθύνω, μεγεθύνω - μικραίνω σχήματα, μεγεθύνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μεγεθύνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μεγαλόψυχος στα λευκορωσικά - вялікадушны, высакародны, шчыры, велікадушны
- μεγαλώνω στα λευκορωσικά - абрабiць, штурхаць, расці, расьці, гадуй
- μεγιστάνας στα λευκορωσικά - магнат
- μεζές στα λευκορωσικά - прынадны, смачны, ласы, спажыва, прывабны
Τυχαίες λέξεις
Μεγεθύνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: павялічыць
Μεταφράσεις: павялічыць