Μερικώς στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μερικώς, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
частично, отчасти, отчасти се, донякъде, частично се
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μερικώς
μερικώς υδρογονωμένα έλαια, μερικώσ έτοιμη για παραλαβή, μερικώς υδρογονωμένο σογιέλαιο, μερικώς υδρογονωμένα, μερικώς τιμολογημένη, μερικώς λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μερικώς στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μερικοί στα βουλγαρικά - малко, някакъв, някой, около, някои
- μερικός στα βουλγαρικά - частичен, частично, частична, частичното, частичната
- μερσίνη στα βουλγαρικά - мирт, Мерсин, Mersin
- μεσάζοντας στα βουλγαρικά - посредник, брокер, банки, брокера
Τυχαίες λέξεις
Μερικώς στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: частично, отчасти, отчасти се, донякъде, частично се
Μεταφράσεις: частично, отчасти, отчасти се, донякъде, частично се