Μερικώς στα εσθονικά

Μετάφραση: μερικώς, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
osaliselt, osalt, on osaliselt
Μερικώς στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μερικώς

μερικώς υδρογονωμένα έλαια, μερικώσ έτοιμη για παραλαβή, μερικώς υδρογονωμένο σογιέλαιο, μερικώς υδρογονωμένα, μερικώς τιμολογημένη, μερικώς λεξικό γλώσσας εσθονικά, μερικώς στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μερικοί στα εσθονικά - mõned, mõningaid, teatud, mõnede, umbes
  • μερικός στα εσθονικά - osaline, erapoolik, osalise, osaliselt, osalist, osaliste
  • μερσίνη στα εσθονικά - Mersin, Mersini
  • μεσάζοντας στα εσθονικά - kokkuostja, maakler, maakleri, vahendaja, maaklerite, vahendajana
Τυχαίες λέξεις
Μερικώς στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: osaliselt, osalt, on osaliselt