Μερικώς στα δανικά
Μετάφραση: μερικώς, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
delvis, dels, delvist, til dels, bl.a.
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μερικώς
μερικώς υδρογονωμένα έλαια, μερικώσ έτοιμη για παραλαβή, μερικώς υδρογονωμένο σογιέλαιο, μερικώς υδρογονωμένα, μερικώς τιμολογημένη, μερικώς λεξικό γλώσσας δανικά, μερικώς στα δανικά
Μεταφράσεις
- μερικοί στα δανικά - lidt, nogle, visse, vis, noget, en vis
- μερικός στα δανικά - lidt, delvis, partiel, delvise, delvist, del
- μερσίνη στα δανικά - Mersin, i Mersin
- μεσάζοντας στα δανικά - mægler, mægleren, broker, forhandler
Τυχαίες λέξεις
Μερικώς στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: delvis, dels, delvist, til dels, bl.a.
Μεταφράσεις: delvis, dels, delvist, til dels, bl.a.