Μισθοφορικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: μισθοφορικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
наемник, наемен, наемническа, наемнически
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μισθοφορικός
μισθοφορικός στρατός, μισθοφορικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μισθοφορικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- μιλώ στα βουλγαρικά - беседа, говоря, разговор, говори, говорят, говорим, се говори
- μιμούμαι στα βουλγαρικά - маймуна, маймуната, маймунски, човекоподобна маймуна
- μισθοφόρος στα βουλγαρικά - наемник, наемен, наемническа, наемнически
- μισθός στα βουλγαρικά - заплата, заплата за, оферти Заплата, заплатата, оферти Заплата за
Τυχαίες λέξεις
Μισθοφορικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: наемник, наемен, наемническа, наемнически
Μεταφράσεις: наемник, наемен, наемническа, наемнически