Μοιρογνωμόνιο στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μοιρογνωμόνιο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
транспортир, екстензор, разгъващ мускул
Μοιρογνωμόνιο στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοιρογνωμόνιο

μοιρογνωμόνιο χρηση, μοιρογνωμόνιο μεταλλικο, μοιρογνωμόνιο εργαλειο, μοιρογνωμόνιο βικιπαιδεια, μοιρογνωμόνιο μετρηση, μοιρογνωμόνιο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μοιρογνωμόνιο στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • μοιραίος στα βουλγαρικά - фатален, фатално, фатални, фатална, фатален изход
  • μοιρασμένος στα βουλγαρικά - вятърни мелници, вятърните мелници, мелници, вятърни генератори
  • μοιρολατρία στα βουλγαρικά - фатализъм, фатализма, фатализмът, Фаталното
  • μοιρολατρικός στα βουλγαρικά - фаталистично, фаталистичен, фаталистичното, фаталистична, фаталното
Τυχαίες λέξεις
Μοιρογνωμόνιο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: транспортир, екстензор, разгъващ мускул