Μοιρογνωμόνιο στα δανικά
Μετάφραση: μοιρογνωμόνιο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vinkelmåler, vinkelmåleren
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοιρογνωμόνιο
μοιρογνωμόνιο χρηση, μοιρογνωμόνιο μεταλλικο, μοιρογνωμόνιο εργαλειο, μοιρογνωμόνιο βικιπαιδεια, μοιρογνωμόνιο μετρηση, μοιρογνωμόνιο λεξικό γλώσσας δανικά, μοιρογνωμόνιο στα δανικά
Μεταφράσεις
- μοιραίος στα δανικά - fatal, dødelig, fatale, fatalt, dødelige
- μοιρασμένος στα δανικά - fælles, vindmøller, vindmøllerne, møller, møllerne
- μοιρολατρία στα δανικά - fatalisme, fatalismen, skæbnetro, fatalistisk
- μοιρολατρικός στα δανικά - fatalistisk, fatalistiske, skæbnesvanger, en skæbnesvanger, et fatalistisk
Τυχαίες λέξεις
Μοιρογνωμόνιο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vinkelmåler, vinkelmåleren
Μεταφράσεις: vinkelmåler, vinkelmåleren