Ξεκαρδιστικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ξεκαρδιστικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
оживен, весел, смешно, комичен, смешни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεκαρδιστικός
ξεκαρδιστικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ξεκαρδιστικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ξεκάθαρος στα βουλγαρικά - недвусмислен, недвусмислено, недвусмислена, недвусмислени, еднозначно
- ξεκίνημα στα βουλγαρικά - начало, старт, Start, стартиране, началната
- ξεκινώ στα βουλγαρικά - начало, старт, Start, стартиране, началната
- ξεκουμπώνω στα βουλγαρικά - откопчавам, откопчаете
Τυχαίες λέξεις
Ξεκαρδιστικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: оживен, весел, смешно, комичен, смешни
Μεταφράσεις: оживен, весел, смешно, комичен, смешни