Ξεκαρδιστικός στα ουκρανικά
Μετάφραση: ξεκαρδιστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
веселий, веселе, весела, веселу
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεκαρδιστικός
ξεκαρδιστικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ξεκαρδιστικός στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ξεκάθαρος στα ουκρανικά - однозначний, недвозначний, недвозначну, недвозначна, недвозначне
- ξεκίνημα στα ουκρανικά - починатися, вирушати, жолобити, початок, почало, начало, початку
- ξεκινώ στα ουκρανικά - вирушати, жолобити, починатися, ініціали, підйоми, початок, почало, ...
- ξεκουμπώνω στα ουκρανικά - розстібати, відмінити, руйнувати, відкривати, розстібається
Τυχαίες λέξεις
Ξεκαρδιστικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: веселий, веселе, весела, веселу
Μεταφράσεις: веселий, веселе, весела, веселу