Ονειδίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ονειδίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
упреквам, подигравка, натяквам, закачам, нервно състояние
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ονειδίζω
ονειδίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ονειδίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ομόφωνα στα βουλγαρικά - единодушие, с единодушие, единодушно
- ομόφωνος στα βουλγαρικά - единодушен, единодушно, единодушни, единодушното, единодушие
- ονειρεύομαι στα βουλγαρικά - сън, мечтая, мечта, сънувам, мечтаят, мечтаете
- ονειροπόληση στα βουλγαρικά - блян, мечта, мечтая, сън наяве, фантазия
Τυχαίες λέξεις
Ονειδίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: упреквам, подигравка, натяквам, закачам, нервно състояние
Μεταφράσεις: упреквам, подигравка, натяквам, закачам, нервно състояние