Ονειδίζω στα πολωνικά
Μετάφραση: ονειδίζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ganić, lżyć, kląć, dureń, wymawiać, twit, wyśmiać, gąską
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ονειδίζω
ονειδίζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, ονειδίζω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ομόφωνα στα πολωνικά - jednomyślnie, jednogłośnie
- ομόφωνος στα πολωνικά - zgodny, jednomyślny, jednogłośny, jednomyślni, jednomyślne, jednogłośnie
- ονειρεύομαι στα πολωνικά - pomarzyć, rój, zaroić, marzyć, prześnić, zamarzyć, śnić, ...
- ονειροπόληση στα πολωνικά - fantazjować, marzyć, sen na jawie, mrzonka, fantazja, daydream
Τυχαίες λέξεις
Ονειδίζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ganić, lżyć, kląć, dureń, wymawiać, twit, wyśmiać, gąską
Μεταφράσεις: ganić, lżyć, kląć, dureń, wymawiać, twit, wyśmiać, gąską