Ονειδίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ονειδίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
телячий, докір, закид
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ονειδίζω
ονειδίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ονειδίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ομόφωνα στα ουκρανικά - одноголосно, одностайно
- ομόφωνος στα ουκρανικά - одностайний, одностайне, одностайна, одностайну
- ονειρεύομαι στα ουκρανικά - мріяти, мрія, сон
- ονειροπόληση στα ουκρανικά - мрії, мрій
Τυχαίες λέξεις
Ονειδίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: телячий, докір, закид
Μεταφράσεις: телячий, докір, закид