Οργίλος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: οργίλος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сприхав, обидчив
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργίλος
οργίλος ετυμολογια, οργίλος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, οργίλος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- οργάνωση στα βουλγαρικά - организация, организацията, на организацията, организация на
- οργή στα βουλγαρικά - еринии, характер, гняв, ярост, яростта, гнева
- οργανίστας στα βουλγαρικά - органист, органист в, за органист, органистът
- οργανικός στα βουλγαρικά - органичен, Органичният, органична, Органичната, биологичното
Τυχαίες λέξεις
Οργίλος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сприхав, обидчив
Μεταφράσεις: сприхав, обидчив