Οργίλος στα ιταλικά
Μετάφραση: οργίλος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
irritabile, testy, irascibile, stizzoso, messe bene
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργίλος
οργίλος ετυμολογια, οργίλος λεξικό γλώσσας ιταλικά, οργίλος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- οργάνωση στα ιταλικά - organizzazione, dell'organizzazione, un'organizzazione, all'organizzazione, l'organizzazione
- οργή στα ιταλικά - collera, oltraggio, temperamento, infierire, umore, stizza, imperversare, ...
- οργανίστας στα ιταλικά - organista, dell'organista, organist, di organista, l'organista
- οργανικός στα ιταλικά - organico, organica, biologica, biologico, organici
Τυχαίες λέξεις
Οργίλος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: irritabile, testy, irascibile, stizzoso, messe bene
Μεταφράσεις: irritabile, testy, irascibile, stizzoso, messe bene