Οργίλος στα λιθουανικά
Μετάφραση: οργίλος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
irzlus, testy, Gniewliwy, greit supykstantis, Przewrażliwiony
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: οργίλος
οργίλος ετυμολογια, οργίλος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, οργίλος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- οργάνωση στα λιθουανικά - organizavimas, organizacija, organizacijos, organizavimo
- οργή στα λιθουανικά - įniršis, pyktis, įtūžis, nuotaika, labai madingam, madingam, mada
- οργανίστας στα λιθουανικά - vargonininkas, vargonininkė, vargonininko, vargonininkės, vargonininku
- οργανικός στα λιθουανικά - organinis, organinė, organinės, organinių, ekologiškų
Τυχαίες λέξεις
Οργίλος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: irzlus, testy, Gniewliwy, greit supykstantis, Przewrażliwiony
Μεταφράσεις: irzlus, testy, Gniewliwy, greit supykstantis, Przewrażliwiony