Πενία στα βουλγαρικά
Μετάφραση: πενία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бедност, нищета, немотия, на бедност, неотложни случаи
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πενία
πενία τέχνας κατεργάζεται ποτε χρησιμοποιειται, πενία λεξικό, πενία τέχνας κατεργάζεται βικιπαιδεια, πενία ορισμος, πενία τέχνες κατεργάζεται, πενία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πενία στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- πεμπτουσία στα βουλγαρικά - квинтесенция, квинтесенцията
- πενήντα στα βουλγαρικά - петдесет, петдесет и, и петдесет, от петдесет, петдесетте
- πενθώ στα βουλγαρικά - тъгувам, скърбя, скърбят, жалее, наскърбените
- πενιχρός στα βουλγαρικά - бедней, изтъркан, опърпан, занемарен, бедняшки, дрипав
Τυχαίες λέξεις
Πενία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бедност, нищета, немотия, на бедност, неотложни случаи
Μεταφράσεις: бедност, нищета, немотия, на бедност, неотложни случаи