Πενία στα σουηδικά

Μετάφραση: πενία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fattigdom, indigence, utfattighet, medellöshet, armod
Πενία στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πενία

πενία τέχνας κατεργάζεται ποτε χρησιμοποιειται, πενία λεξικό, πενία τέχνας κατεργάζεται βικιπαιδεια, πενία ορισμος, πενία τέχνες κατεργάζεται, πενία λεξικό γλώσσας σουηδικά, πενία στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • πεμπτουσία στα σουηδικά - kvintessensen, Quintessence, kärnan, kvintessens, själva kvintessensen
  • πενήντα στα σουηδικά - femtio, femtiotal, fifty, ett femtiotal
  • πενθώ στα σουηδικά - sörja, bedröva, sörjer, hålla dödsklagan, att sörja, jämra
  • πενιχρός στα σουηδικά - stackars, usel, dålig, ynklig, mager, fattig, rörande, ...
Τυχαίες λέξεις
Πενία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: fattigdom, indigence, utfattighet, medellöshet, armod