Πενία στα τούρκικα
Μετάφραση: πενία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yoksulluk, parasızlık, indigence, fakirlik, yoksullluk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πενία
πενία τέχνας κατεργάζεται ποτε χρησιμοποιειται, πενία λεξικό, πενία τέχνας κατεργάζεται βικιπαιδεια, πενία ορισμος, πενία τέχνες κατεργάζεται, πενία λεξικό γλώσσας τούρκικα, πενία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πεμπτουσία στα τούρκικα - öz, özünü, terkiptir, özüdür, özetin özeti
- πενήντα στα τούρκικα - elli, fifty
- πενθώ στα τούρκικα - ağlamak, yas, yasını, yas tutma, yas tutmak
- πενιχρός στα τούρκικα - az, mutsuz, sefil, yoksul, zavallı, perişan, eski püskü, ...
Τυχαίες λέξεις
Πενία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yoksulluk, parasızlık, indigence, fakirlik, yoksullluk
Μεταφράσεις: yoksulluk, parasızlık, indigence, fakirlik, yoksullluk