Περισσευούμενος στα βουλγαρικά
Μετάφραση: περισσευούμενος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
остатък, perissefoumenos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περισσευούμενος
περισσευούμενος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, περισσευούμενος στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- περιπολία στα βουλγαρικά - патрул, патрулен, патрулна, патрулната, патрулиране
- περισκελίδα στα βουλγαρικά - spatterdash
- περισσεύω στα βουλγαρικά - излишък, излишъка, свръхпроизводство, за свръхпроизводство
- περιστέλλω στα βουλγαρικά - граница, спирам, ограничавам се, ограничавам, престой, работата му
Τυχαίες λέξεις
Περισσευούμενος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: остатък, perissefoumenos
Μεταφράσεις: остатък, perissefoumenos