Ρυμουλκώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: ρυμουλκώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
теглене, влачене, кълчища, тегли, дреб
Ρυμουλκώ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρυμουλκώ

ρυμουλκώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ρυμουλκώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ρυθμιστής στα βουλγαρικά - регулировчик, регулатор, регулатор на, регулатора, регулаторен орган, регулаторен
  • ρυθμός στα βουλγαρικά - ярд, ритъм, ритъма, ритъм на, ритъмът
  • ρυπαίνω στα βουλγαρικά - опетнявам, опетни, омърсявам
  • ρυτίδα στα βουλγαρικά - царщина, заемане, линия, занимание, кабел, бръчка, бръчки, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρυμουλκώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: теглене, влачене, кълчища, тегли, дреб