Σιτίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: σιτίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хранени, нахранени, хранят, захранвани, подаване
Σιτίζω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σιτίζω

σιτίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σιτίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • σιδερώνω στα βουλγαρικά - гладя, изглаждам, желязо, развалям, обезобразявам, разкъсвам, осакатявам, ...
  • σιδηρόδρομος στα βουλγαρικά - железница, железопътен, железопътна, жп, железопътната
  • σιχαίνομαι στα βουλγαρικά - ненавиждам, никак не обичам, мразя, ненавиждат, гнусят
  • σιωπή στα βουλγαρικά - тишина, мълчание, тишината, мълчанието, мълчаливо
Τυχαίες λέξεις
Σιτίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: хранени, нахранени, хранят, захранвани, подаване