Σκλαβώνω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σκλαβώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
поробва, заробва
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκλαβώνω
σκλαβώνω συνώνυμα, σκλαβώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σκλαβώνω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σκλήθρα στα βουλγαρικά - подпалка, Splinter, отцепила се, парче, цепеница
- σκλαβιά στα βουλγαρικά - робство, робството, на робството, робия
- σκληραίνω στα βουλγαρικά - характер, закоравявам, втвърдявам, стабилизирам се, закалявам, добивам студен израз
- σκληροτράχηλος στα βουλγαρικά - огнеупорен, рефрактерна, рефрактерни, рефрактерен, рефракторен
Τυχαίες λέξεις
Σκλαβώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: поробва, заробва
Μεταφράσεις: поробва, заробва