Σκλαβώνω στα φινλανδικά

Μετάφραση: σκλαβώνω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
orjuuttaa, orjiksi
Σκλαβώνω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκλαβώνω

σκλαβώνω συνώνυμα, σκλαβώνω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σκλαβώνω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • σκλήθρα στα φινλανδικά - tikku, lastu, sirpale, splinter, hajoamaan, pirstoutua
  • σκλαβιά στα φινλανδικά - rasite, orjuus, rasiteoikeus, orjuuden, orjuutta, orjuudesta, orjuuteen
  • σκληραίνω στα φινλανδικά - tunnelma, karaista, mieliala, luonteenlaatu, karkaista, kovettua, koveta, ...
  • σκληροτράχηλος στα φινλανδικά - vaikea, roteva, kova, vahva, sisukas, tukeva, tanakka, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκλαβώνω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: orjuuttaa, orjiksi