Σκλαβώνω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: σκλαβώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
заробува, поробува, ги поробува
Σκλαβώνω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκλαβώνω

σκλαβώνω συνώνυμα, σκλαβώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σκλαβώνω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • σκλήθρα στα σλαβομακεδονικά - отцепена, иверица, превиткуваат, шрапнел, фракција
  • σκλαβιά στα σλαβομακεδονικά - ропство, ропството, робување, на ропството
  • σκληραίνω στα σλαβομακεδονικά - зацврстуваат
  • σκληροτράχηλος στα σλαβομακεδονικά - огноотпорни, рефракторен, рефрактерни, рефракторна, рефрактерна
Τυχαίες λέξεις
Σκλαβώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: заробува, поробува, ги поробува