Σκλαβώνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: σκλαβώνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
enslaves
Σκλαβώνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκλαβώνω

σκλαβώνω συνώνυμα, σκλαβώνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σκλαβώνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • σκλήθρα στα ισλανδικά - Splinter, Flís
  • σκλαβιά στα ισλανδικά - þrælahald, þrældóm, þrælkun, þrælahaldið, umræða um þrælahald
  • σκληραίνω στα ισλανδικά - geð, skap, herða, Harden, Harden sem, Harden sem fer, Harden sem fer með
  • σκληροτράχηλος στα ισλανδικά - þrálátt, eldföstum, þrálátu, svarar illa, svarar ekki
Τυχαίες λέξεις
Σκλαβώνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: enslaves