Σκλαβώνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: σκλαβώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pavergia, enslaves
Σκλαβώνω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκλαβώνω

σκλαβώνω συνώνυμα, σκλαβώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σκλαβώνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • σκλήθρα στα λιθουανικά - rakštis, nuolauža, sudužti, skeveldra, atlauža, pašinas
  • σκλαβιά στα λιθουανικά - vergovė, vergija, vergystė, vergovę, vergiją
  • σκληραίνω στα λιθουανικά - nuotaika, užkietėti, tvirtėti, užgrūdinti, grūdinti, diržti
  • σκληροτράχηλος στα λιθουανικά - atsparus, atsparus ugniai, refrakterine, ugniai atspari, ugniai atsparių
Τυχαίες λέξεις
Σκλαβώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pavergia, enslaves