Σπηλιά στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σπηλιά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пещера, пещерата, пещерен, пещерна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σπηλιά
σπηλιά του μπεκίρη, σπηλιά ονειροκρίτης, σπηλιά του πλάτωνα, σπηλιά του νταβέλη, σπηλιά της ακρόπολης, σπηλιά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σπηλιά στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σπεσιαλιτέ στα βουλγαρικά - специалност, специалитет, специалността, специфичен, от специалност
- σπεύδω στα βουλγαρικά - бързам, ВИИ, HIE
- σπιθίζω στα βουλγαρικά - искреше, блестяла, блестяха, искряха, блестеше
- σπιθαμή στα βουλγαρικά - миг, мост, педя, участъка, продължителност, на участъка, участък
Τυχαίες λέξεις
Σπηλιά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пещера, пещерата, пещерен, пещерна
Μεταφράσεις: пещера, пещерата, пещерен, пещерна