Συγκλονίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συγκλονίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
треса, тресе, разтърсват, се тресе, свивам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συγκλονίζω
συγκλονίζω συνωνυμο, συγκλονίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συγκλονίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συγκεντρώνω στα βουλγαρικά - сбор, концентрат, маршал, събирам, събира, събират, събиране на, ...
- συγκινητικός στα βουλγαρικά - движещ се, движи, преместване, движат, движещи
- συγκολλώ στα βουλγαρικά - плета, плетат, плетени, привърже
- συγκρίνω στα βουλγαρικά - сравнение, сравнявате, за сравнение, сравни, сравните
Τυχαίες λέξεις
Συγκλονίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: треса, тресе, разтърсват, се тресе, свивам
Μεταφράσεις: треса, тресе, разтърсват, се тресе, свивам