Συνδέω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συνδέω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
звено, свържете, се свържете, свързване, свърже, се свърже
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνδέω
συνδέω συνώνυμα, συνδέω κλίση, συνδέω με κάιρο, συνδέω ετυμολογία, συνδέω αόριστος, συνδέω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συνδέω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συναυλία στα βουλγαρικά - концерт, концерта, концертна, концерт на
- συναφής στα βουλγαρικά - съгласуван, последователен, съгласувана, последователна, последователно
- συνδετήρας στα βουλγαρικά - скрепва, клипс, скоба, кламер, клип, щипка
- συνδετικός στα βουλγαρικά - съединителната, съединителна, на съединителната, съединително
Τυχαίες λέξεις
Συνδέω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: звено, свържете, се свържете, свързване, свърже, се свърже
Μεταφράσεις: звено, свържете, се свържете, свързване, свърже, се свърже