Συνεργάζομαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: συνεργάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сътрудничим, сътрудничат, си сътрудничат, сътрудничи, сътрудничите
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεργάζομαι
συνεργάζομαι translate, συνεργάζομαι μετάφραση, συνεργάζομαι συμμετέχω, συνεργάζομαι english, συνεργάζομαι στα αγγλικά, συνεργάζομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, συνεργάζομαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- συνεπαίρνω στα βουλγαρικά - транспорт, вълнува, възбужда
- συνεπώς στα βουλγαρικά - следователно, впоследствие, Вследствие на, поради това, оттам
- συνεργάσιμος στα βουλγαρικά - кооперация, кооперативен, кооперативно, кооперативното, кооперативната
- συνεργάτης στα βουλγαρικά - сътрудник, принос, фактор, вносител, участник
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάζομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сътрудничим, сътрудничат, си сътрудничат, сътрудничи, сътрудничите
Μεταφράσεις: сътрудничим, сътрудничат, си сътрудничат, сътрудничи, сътрудничите