Συνεργάζομαι στα ισλανδικά

Μετάφραση: συνεργάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vinna, samstarf, vinna saman, samvinnu, samstarfi
Συνεργάζομαι στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργάζομαι

συνεργάζομαι translate, συνεργάζομαι μετάφραση, συνεργάζομαι συμμετέχω, συνεργάζομαι english, συνεργάζομαι στα αγγλικά, συνεργάζομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συνεργάζομαι στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συνεπαίρνω στα ισλανδικά - aðflutningur, ertir
  • συνεπώς στα ισλανδικά - þar af leiðandi, leiðandi, af leiðandi, því, sökum
  • συνεργάσιμος στα ισλανδικά - samstarfsverkefni, samstarf, samvinnu, samvinnufélag, samvinnufélagsins
  • συνεργάτης στα ισλανδικά - framlag, framlög, þátttakandi, uppspretta þessara
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάζομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vinna, samstarf, vinna saman, samvinnu, samstarfi