Συνεργάζομαι στα ουγγρικά

Μετάφραση: συνεργάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
együttműködik, együttműködnek, együttműködni, együttműködésre, együttműködést
Συνεργάζομαι στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργάζομαι

συνεργάζομαι translate, συνεργάζομαι μετάφραση, συνεργάζομαι συμμετέχω, συνεργάζομαι english, συνεργάζομαι στα αγγλικά, συνεργάζομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συνεργάζομαι στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • συνεπαίρνω στα ουγγρικά - szállítóhajó, extázis, izgalomba, gerjeszti, izgatja, ingerli, ingerli a
  • συνεπώς στα ουγγρικά - következésképpen, ennek következtében, ebből következően, következésképp, következésképpen a
  • συνεργάσιμος στα ουγγρικά - szövetkezet, szövetkezeti, kooperatív, együttműködő, önkormányzati Az
  • συνεργάτης στα ουγγρικά - munkatárs, hozzájáruló, közreműködő, befizető, hozzájárulónak, mértékben hozzájárul
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάζομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: együttműködik, együttműködnek, együttműködni, együttműködésre, együttműködést