Συνεργάζομαι στα εσθονικά

Μετάφραση: συνεργάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koostööd tegema, koostööd, teevad, teha koostööd
Συνεργάζομαι στα εσθονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργάζομαι

συνεργάζομαι translate, συνεργάζομαι μετάφραση, συνεργάζομαι συμμετέχω, συνεργάζομαι english, συνεργάζομαι στα αγγλικά, συνεργάζομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, συνεργάζομαι στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • συνεπαίρνω στα εσθονικά - transportima, transport, vedama, ergastab, innustada
  • συνεπώς στα εσθονικά - järelikult, seega, seetõttu, sellest tulenevalt, tulenevalt
  • συνεργάσιμος στα εσθονικά - kooperatiivne, koostöövalmis, ühistu, koostöö, koostööd, ühistute, koostööl
  • συνεργάτης στα εσθονικά - annetaja, kaastöötaja, toetaja, panustaja, panuse, tegur, teguriks
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάζομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: koostööd tegema, koostööd, teevad, teha koostööd