Συνεργάζομαι στα φινλανδικά
Μετάφραση: συνεργάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tehdä yhteistyötä, yhteistyötä, yhteistyössä, yhteistyöhön, tekevät yhteistyötä
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεργάζομαι
συνεργάζομαι translate, συνεργάζομαι μετάφραση, συνεργάζομαι συμμετέχω, συνεργάζομαι english, συνεργάζομαι στα αγγλικά, συνεργάζομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συνεργάζομαι στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- συνεπαίρνω στα φινλανδικά - viedä, lumota, ajo, tuoda, kuljetus, kuljettaa, hurmata, ...
- συνεπώς στα φινλανδικά - siispä, siis, puolestaan, joten, näin ollen, vuoksi, ollen
- συνεργάσιμος στα φινλανδικά - osuuskunta, osuuskunnan, yhteistyöhön, yhteistyötä, yhteistyösuhteita
- συνεργάτης στα φινλανδικά - lahjoittaja, osatekijä, avustaja, tekijä, rahoittaja, contributor, tukija
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάζομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tehdä yhteistyötä, yhteistyötä, yhteistyössä, yhteistyöhön, tekevät yhteistyötä
Μεταφράσεις: tehdä yhteistyötä, yhteistyötä, yhteistyössä, yhteistyöhön, tekevät yhteistyötä