Σχηματίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: σχηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мода, фигура, мухъл, плесен, форма, плесени, матрица
Σχηματίζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχηματίζω

σχηματίζω συνώνυμα, σχηματίζω γνώμη, σχηματίζω εικόνα, σχηματίζω άποψη, σχηματίζω μετάφραση, σχηματίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σχηματίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • σχετικά στα βουλγαρικά - около, за, относно, към, по
  • σχετικός στα βουλγαρικά - относителен, роднина, относителна, относителната, относително
  • σχηματισμός στα βουλγαρικά - образование, формация, образуване, формиране, образуването, образуване на
  • σχισμή στα βουλγαρικά - путка, прорез, слот, слот за, слота, слотове
Τυχαίες λέξεις
Σχηματίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мода, фигура, мухъл, плесен, форма, плесени, матрица