Σχηματίζω στα φινλανδικά
Μετάφραση: σχηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
muoto, muokata, muoti, muodostaa, kyhätä, hahmo, tapa, työstää, muovata, kuosi, muotoilla, muotti, multa, muotin, hometta, multaa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχηματίζω
σχηματίζω συνώνυμα, σχηματίζω γνώμη, σχηματίζω εικόνα, σχηματίζω άποψη, σχηματίζω μετάφραση, σχηματίζω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, σχηματίζω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- σχετικά στα φινλανδικά - verraten, suhteellisesti, suhteellisen, verrattain, noin, Tietoja, siitä, ...
- σχετικός στα φινλανδικά - relevantti, suhteellinen, suhteellisen, suhteellista, suhteelliset, suhteellisessa
- σχηματισμός στα φινλανδικά - muoto, muodostelma, muodostus, muodostumista, muodostelman
- σχισμή στα φινλανδικά - välirikko, särö, rotko, väli, halkio, lokero, lommo, ...
Τυχαίες λέξεις
Σχηματίζω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: muoto, muokata, muoti, muodostaa, kyhätä, hahmo, tapa, työstää, muovata, kuosi, muotoilla, muotti, multa, muotin, hometta, multaa
Μεταφράσεις: muoto, muokata, muoti, muodostaa, kyhätä, hahmo, tapa, työstää, muovata, kuosi, muotoilla, muotti, multa, muotin, hometta, multaa