Σχηματίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: σχηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
būdas, maniera, stilius, mada, pelėsiai, pelėsių, liejimo, formų, formoms
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχηματίζω
σχηματίζω συνώνυμα, σχηματίζω γνώμη, σχηματίζω εικόνα, σχηματίζω άποψη, σχηματίζω μετάφραση, σχηματίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σχηματίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σχετικά στα λιθουανικά - apie, dėl, maždaug, su
- σχετικός στα λιθουανικά - santykinis, santykinė, giminaitis, santykinį, santykinės
- σχηματισμός στα λιθουανικά - formavimas, susidarymas, formavimasis, formavimą, sudarymas
- σχισμή στα λιθουανικά - anga, lizdas, slot, laiko tarpsnių, lizdą
Τυχαίες λέξεις
Σχηματίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: būdas, maniera, stilius, mada, pelėsiai, pelėsių, liejimo, formų, formoms
Μεταφράσεις: būdas, maniera, stilius, mada, pelėsiai, pelėsių, liejimo, formų, formoms