Σχηματίζω στα δανικά
Μετάφραση: σχηματίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
mode, måde, form, facon, skimmel, mug, Skimmelsvamp, formen, støber
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σχηματίζω
σχηματίζω συνώνυμα, σχηματίζω γνώμη, σχηματίζω εικόνα, σχηματίζω άποψη, σχηματίζω μετάφραση, σχηματίζω λεξικό γλώσσας δανικά, σχηματίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- σχετικά στα δανικά - cirka, om, ca., omkring, vide om
- σχετικός στα δανικά - relative, relativ, forhold, i forhold, relativt
- σχηματισμός στα δανικά - dannelse, formation, dannelsen, formationen, dannes
- σχισμή στα δανικά - revne, slot, spalte, åbningen, slids, slidsen
Τυχαίες λέξεις
Σχηματίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: mode, måde, form, facon, skimmel, mug, Skimmelsvamp, formen, støber
Μεταφράσεις: mode, måde, form, facon, skimmel, mug, Skimmelsvamp, formen, støber